Και μείναμε
να κοιτάμε το δρόμο μακριά
πίσω απ’ τις λεύκες
με λίγους φίλους
με παιδιά
να παίζουν ανέμελα στα ερείπια.
Πόσο γρήγορα περνάει η ώρα!
Μάτωσε το φιλί στα χείλη του χρόνου
και μεις κοιτάμε.
Κοιτάμε ακόμα
να δώσουμε χρώμα στο αίμα.
Αέρας
αέρας, βροχή και στάχια που τρέμουν
και όμως κανείς στο γυρισμό.
Κανείς δε χάιδεψε το λουλούδι που
κοιμάται στο χώμα
κανείς δεν άπλωσε το βλέμμα στη μπόρα
κανείς δεν έψαξε για ίχνη που αφήνει το
ψωμί
στων πεινασμένων το στόμα.
Από μας, κανείς δεν είπε
«για σένα εγώ»
«κανείς μη λυγίσει»
«λεύτερος είσαι ακόμα».
Κανείς δεν είπε
Ακόμα…
Από το πρώτο μου βιβλίο “Ο Κήπος του Ανάγερτου"
Από το πρώτο χάδι.... όλες τις αγκαλιές μας,ήταν η τύχη ...η ζωή μαζί μος....
ΑπάντησηΔιαγραφή